Friday 31 October 2008

Σήμερα

Είπα να δοκιμάσω και το μπλόγκιγκ. Απλά επειδή. Από περιέργεια, λόγω μιας δόσης εγωισμού, επειδή έχω παρατήσει το Φέισμπουκ εδώ και μήνες, αλλά και λόγω μιας επιθυμίας να έχω την εμπειρία ενός τύπου σχιζοφρένειας – πώς είναι άραγε η ζωή ενός μπλόγκερ? Θα καταφέρω να μείνω ανώνυμη ή θα το πω σ’όλους και θα μεταφέρουμε τα θέματα του μπλογκ στο τραπέζι του καφέ και του δείπνου? Ή μήπως εδώ θα κάνω ακριβώς το αντίστροφο? Θα γράψω άραγε για περισσότερες από μερικές μόνο φορές? Θα διαβάσει κανείς οτιδήποτε γράψω? Θα μου αλλάξει τη ζωή (ειρωνικά, ρώτησε χαμογελώντας)? Ξεκινάω αυτό το μπλογκ γιατί έχω κουραστεί. Έχω κουραστεί και έχω ξινίσει και θέλω να το βγάλω προς τα έξω, αλλά όχι πια σ’ αυτούς που με νοιάζονται και μ’ ακουν υπομονετικά χωρίς να παραπονιούνται (τουλάχιστον τις περισσότερες φορές). Ίσως η ψευδαίσθηση του ότι οτιδήποτε μπορεί να νιώθω ή να σκέφτομαι βρίσκεται σε μια διάσταση άλλη, σε μια μορφή, σε ένα άλλο κενό να σηκώσει και να εξανεμίσει έστω και λίγη από την υπερβολική σημασία που δίνω σε πράγματα που μια σύγκριση με τα περισσότερα που συμβαίνουν σε αυτή τη Γη, τα βρίσκει πολύ πολύ πιο ασήμαντα.
Είμαι μια κακομαθημένη πριγκίπισσα. Τα έχω όλα. Σημαντικά και τιποτένια, υλικά και συναισθηματικά, κοινωνικά και προσωπικά, προκλητικά, υπαρξιακά και επιφανειακά και όμορφα και γνωστά και ανύπαρκτα και όλα. Και όμως ενοχλούμαι. Και έχω κουραστεί. Με κούρασαν και με κουράζουν, οι μονοτονίες, οι ακαδημίες, οι γενοκτονίες, οι ανίες, οι απορίες και οι αγωνίες. Το να δίνω ή να παίρνω χωρίς να είναι ποτέ η μαθηματική πρόταση εξίσωση. Τα φρούτα που αγοράζω σε πλαστικά κουτιά με γεύση υπό το μηδέν. Η μουσική μου. Οι γκόμενοι που βάζουν τη θρησκεία πάνω από τον έρωτα. Το μισοάδειο μου ποτήρι που δε λέει να γεμίσει και ο τρόμος μου ότι θα περάσω τα χρόνια μου παρακολουθώντας το να αδειάζει. Η ανάγκη μου να σε δω ευτυχισμένο και η αδυναμία μου να σε βοηθήσω. Το περπάτημα στα πεζοδρόμια του Λονδίνου με την απουσία της επαφής. Το σιάφλ στο άι-ποντ που σπάνια παίζει από μόνο του αυτό που χρειάζομαι ν’ ακούσω. Η περιοδεία των στρουμφ για τα πενηντάχρονά τους που δεν έκανε σταθμό εδώ. Τα καλώδια που δε συμμαζεύονται. Ο ρατσισμός που διαποτίζει τα πάντα και η αδυναμία μου να τον αγνοήσω. Τα χρήματα. Το ερώτημα αν όντως τελικά ψάχνω, δημιουργώ και βρίσκω δικαιολογίες για να κρατήσω τον εαυτό μου στο υπό και να αποφύγω να κάνω αυτό που πρέπει – ακρασία το είπε κάποιος, που τώρα έχει μεταμορφωθεί σε έναν ελέφαντα τον οποίο αρνούμαι να κοιτάξω στο δωμάτιο. Τα δάκρυα, ακόμα και με μια διαφήμιση του Ομπάμα. Οι ηλικίες. Η αναμονή στα αεροδρόμια. Το ότι συχνά με αναστατώνουν εξίσου οι ανυποχώρητες καταστροφές στην Αφρική και η αγένεια του πωλητή εισιτηρίων στο μετρό. Ίσως γιατί και τα δυο έχουν ως βάση τους την απουσία σεβασμού στον Άλλον. Το ότι ξεκίνησα ένα διδακτορικό με σκοπό να διορθώσω τον κόσμο, αλλά το οποίο επιβεβαιώνει το φόβο ότι το ποτήρι μόνο αδειάζει, έστω κι αν κάποτε είμαστε σε άρνηση.
Το μπλογκ αυτό είναι μια προσπάθεια να επικεντρωθώ στο νερό που υπάρχει ακόμα μέσα στο ποτήρι. Δεν ξέρω πώς.
Χμ. Νιώθω ήδη καλύτερα. Για να δούμε λοιπόν, υπάρχει κανείς εκεί έξω?

1 comment:

Sceptic Anonymous said...

Ξεκίνησες διδακτορικό για να αλλάξεις τον κόσμο; Μην γίνεστε αφελής και δεν κάνει. Με φωτιά και με μαχαίρι πάντα ο κόσμος προχωρεί, έτσι είπε ο ποιητής υποψιάζομαι ότι έχει δίκαιο. Με διδακτορικό τίποτε δεν θα αλλάξει, απλώς ακόμα μία διατριβή στα μπουντρούμια του Senate House Library. Αλλά χαλάρωσε θα έχει εκλεκτή παρέα!

Followers